ΙΔΙAΙΤΕΡA AΦΙAΙΡΩΜΕΝΟ ΣΤΟΥΣ AΠAΝΤAΧΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΙΟΥΣ
ΠΟΥ ZΟΥΝ ΚAΙ ΚΙΝΟΥΝΤAΙ ΚΙ ΣΥΜΠAΣΧΟΥΝ ΣΤΟ… ΕΛΛAΔΙΣΤAΝ
Μπιλά μιγάλου βάλαμι,
Απάνου στου τσιφάλ μας,
κβανθήκαν τα σμαζώματα,
τσι δε τώρα του χαλ μας.
Ταξίματα – ταξίματα,
υπάρχιν… γοι παράδις,
σι μας ρίξτι του ψήφου σας,
να γίνιτι πασάδις.
Τσι σα ’νι δέσαν του γαΐδούρ,
αρχίσαν τα μαρτύργια,
τα χάσαμι τα μπούσλα μας,
τ’ς πόρτις… τα παναθύρια.
Πσέσταμι στα ταξίματα,
σ’ λαγοί μι πιτραχίλια,
τσι ουλ μας απουμείναμι,
μι κριμασμένα αχείλια.
Σμαζώματα – σμαζώματα,
Ταξίματα – ταξίματα,
υπάρχιν… γοι παράδις,
σι μας ρίξτι του ψήφου σας,
να γίνιτι πασάδις.
Τσι σα ’νι δέσαν του γαΐδούρ,
αρχίσαν τα μαρτύργια,
τα χάσαμι τα μπούσλα μας,
τ’ς πόρτις… τα παναθύρια.
Πσέσταμι στα ταξίματα,
σ’ λαγοί μι πιτραχίλια,
τσι ουλ μας απουμείναμι,
μι κριμασμένα αχείλια.
Σμαζώματα – σμαζώματα,
στ’ν Ακρόπουλ απου κάτου,
τ’ν αρίδα ντ έδιου άπλουσι,
τ’ γκάστερ του συνδικάτου.
Γιμίσαμι σμαζώματα,
έδιου ουλ σμαζουχτήκαν,
κλουτσούν, χτυπούν τσι τζαγκρανιούν,
τα γέλια μας χαθήκαν.
Καλτσέψαν πας του σβέρκου μας,
γατζώσαν πας τα ζνίχια
ξιστσίσαν τ’να τ’ κατίνα μας,
τα μακριγιά τα νύχια.
Τ’ μουρ ντουν σα βλέπου τ’ καταξνή,
τ’ άντιραμ κόμπου δένιν,
πθαμή γη τρίχαμ σκώνητι,
Ξικατουρσιές μη παίρνιν.
Βάλτι μπαμπάτς στου στόμα σας,
βάλτι φιλό στου κώλου,
νιρό μη πίνιτι καθόλ,
πνιγίτι ουλ στου μώλου.
Στα σπίτια σας κόψτι του φως,
πιτάξτι τα’ τζιτζιρέδις,
ούτι να ανισαίνιτι,
γιατί ’στι τζιριμέδις.
Τέρμα γη σύνταξ, φάρμακα γιοκ,
φαγιά, πιουτά κουμένα,
φράγκου πια δε θα πάριτι,
Ούλα είνι κλιμένα.
Θαρρείς πους μεις ξιστσίσαμι,
μεις τρώγαμι χαλβά,
τσι θέλειν να πληρώσουμι,
τώρα τ΄ νύφ ακριβά.
Στ’ν Ελλάδα πάλι κατουχή,
τ’ Τσουλάκουγλου τα χρόνια,
τανάνξι γη κουμαντατούρ,
μας κάναν καταφρόνια.
Συμβιβασμοί, συμβιβασμοί,
τσιφάλ πάντα στσυμένου,
του οχ(ι) μεις δε του ξέρουμι,
του άστρου μας… χαμένου.
Έχιν σκουπό γοι κουπριγιές,
ούλα τούτα που κάνιν,
ιμκροί, μιγάλ, γριγιές τσι γερ,
στου γύψου να μας βάλιν.
Να κάτσιν πα σ’ κατίνα μας,
να μη ξανακατέβιν,
να παίζιν ένα ζουρναδέλ,
τ' μαϊμού για να χουρέβγιν.
Μπιλά μιγάλου βάλαμι,
απάνου στου τσιφάλ μας,
κβανθήκαν τα σμαζώματα,
τσι δε τώρα του χαλ μας.
Σμαζώματα – σμαζώματα,
στ’ν Ακρόπουλ απου κάτου,
τ’ν αρίδα ντ έδιου άπλουσι
τα’γκάστερ του συνδικάτου.
Γιμίσαμι σμαζώματα,
έδιου ουλ σμαζουχτήκαν,
κλουτσούν, χτυπούν τσι τσαγκρανιούν,
τα γέλια μας χαθήκαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου